Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Μπραζιλέρο - 2001

2004. Αθήνα του Euro και των Ολυμπιακών. Εθνικό παραλήρημα. Άρτι αφιχθείσα από ένα μακρύ ταξίδι στο εξωτερικό για την ακρίβεια μετά από κάμποσα χρονάκια στα States. Πολιτιστικό σοκ. Νέο αεροδρόμιο· Αττική Οδός· μετρό· ευρώ· η φάρμα· ο big brother και ο Τσάκας· άγνωστα πράγματα και μέσα σε όλο αυτό τον πανικό πέφτω σε αυτή την ταινιούλα … ααα να και κάτι που ξέρω … κάτι μου θυμίζει … κάτι έχει μείνει ίδιο …αργότερα κατάλαβα ότι όλα ίδια είχαν μείνει μόνο η βιτρίνα είχε αλλάξει … άλλαξε ο Μανολιός που λένε…     

Μπραζιλέρο
Κατηγορία : Κοινωνικό, κωμωδία, μαύρη κωμωδία
Διάρκεια : 95 λεπτά
Έτος : 2001
Γλώσσα : Ελληνικά
Ελληνικοί υπότιτλοι : Ναι
Σκηνοθεσία : Σωτήρης Γκορίτσας
Σενάριο :  Σωτήρης Γκορίτσας
Πρωταγωνιστές :
Στέλιος Μάινας
Ivano Marescotti
Rufus Beck
Μαρία Κεχαγιόγλου
Παναγιώτης Σαπουνάκης
Άννα Μάσχα
Γεράσιμος Σκιαδαρέσης

Σύνοψη 
Σε μια επαρχιακή πόλη ζει ο Βασίλης Αρβανιτάκης ένας μεσήλικας που αποτελεί σημαντικό παράγοντα της τοπικής κοινωνίας. Ο κος Αρβανιτάκης(γνωστός ως Μπραζιλέρο λόγω του ποδοσφαιρικού του παρελθόντος) 10 χρόνια πριν είχε λάβει από την ΕΟΚ χρήματα για την εκτέλεση ενός μεγαλόπνοου έργου, τη δημιουργία ενός «Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου». Τα χρήματα βέβαια κατασπαταλήθηκαν για την κάλυψη άλλων «πιεστικών» αναγκών τόσο του ιδίου όσο και της τοπικής κοινωνίας. Δέκα χρόνια μετά καταφθάνουν δύο ελεγκτές της ΕΟΚ, προκειμένου να εξετάσουν την πορεία του έργου και την συνετή διαχείριση των χρημάτων που δόθηκαν στον κο Αρβανιτάκη. Ο Αρβανιτάκης θα βρεθεί σε δεινή θέση και φυσικά μόνο απέναντι στους ελεγκτές και θα εξαντλήσει το οπλοστάσιο με το οποίο τον έχει προικίσει η ελληνική πονηριά και κοινωνία. Σε όλο αυτό τον κυκεώνα θα εμπλακούν βέβαια η τοπική ομάδα ποδοσφαίρου, ο σοσιαλιστής βουλευτής του τόπου, ένας διεφθαρμένος αστυνομικός και βέβαια τα τοπικά ΜΜΕ.   



Η ταινία αυτή έρχεται μετά τη μεγάλη εμπορική επιτυχία του Βαλκανιζατέρ και αν και χρησιμοποιεί τους ίδιους συντελεστές (Μάινας, Σκιαδαρέσης, Πορτοκάλογλου) δεν χρησιμοποιεί και την ίδια ακριβώς συνταγή. Η ιστορία εξελίσσεται σε μια επαρχιακή πόλη, εδώ στο νότο της Ευρώπης, μακριά από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, εκεί που συνήθως δεν φτάνει το μακρύ χέρι του νόμου. Τα γυρίσματα έγιναν σε πολλές ακριτικές περιοχές της χώρας : Ρόδο, Κρήτη, Καβάλα και Έβρο ώστε να  δημιουργηθεί ένα πλούσιο σκηνικό, αλλά και ένας φυσικός καμβάς πάνω στο οποίο θα είναι πιο εύκολο να κεντηθεί και να κατανοηθεί το μόρφωμα του σύγχρονου Έλληνα σε σχέση βέβαια και με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Η ταινία στηρίζεται κυρίως στο χιούμορ που προκύπτει είτε από την αναπαραγωγή συνηθισμένων σκηνών της καθημερινότητάς μας, είτε από τις τραγελαφικές καταστάσεις που δημιουργούνται. Όμως η απεικόνιση τόσο των διάφορων τύπων της ελληνικής κοινωνίας, όσο και των καταστάσεων δεν γίνεται με τρόπο δηκτικό ή διάθεση κριτικής από το σκηνοθέτη, δεν τα δείχνει ζοφερά, ούτε όμως εξωραΐζει τίποτα, απλά δείχνει τα πράγματα όπως είναι.   

Ο Γκορίτσας στην προσπάθειά του να διερευνήσει τη φύση του έλληνα, έρχεται αντιμέτωπος με το «ελληνικό δαιμόνιο», κοιτάει τους χαρακτήρες του, για να είμαι ακριβής τον κύριο χαρακτήρα του, βαθιά στα μάτια και παράλληλα προσπαθεί να φωτίσει όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές του. Και που καταλήγει; Στην θριάμβευση του «ωχ, αδερφέ», του «δε βαριέσαι…» του «ζαμανφού», του «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», του «έχει ο Θεός» … (νομίζω το πιάσατε το νόημα) φράσεις πολύ συνηθισμένες στην ελληνική πραγματικότητα των τελευταίων δεκαετιών που διέπουν όλες τις πλευρές της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής μας, από τις συναλλαγές του κράτους με το εξωτερικό και  τις συναλλαγές μας με το δημόσιο έως τις σχέσεις μας με τα πιο κοντινά μας πρόσωπα, την οικογένεια μας. Έτσι η ταινία αποτελεί ένα σχόλιο της ελληνικής πραγματικότητας : προσπαθούμε να γίνουμε Ευρωπαίοι, αλλά Ευρωπαίοι κομμένοι και ραμμένοι στα δικά μας ελληνικά μέτρα μας, ένα ευρωπαϊκό κουστούμι στα μέτρα του Καραγκιόζη. 

Ο Στέλιος Μάινας ερμηνεύει με κέφι και γνησιότητα τον Βασίλη Αρβανιτάκη, η ερμηνεία του είναι ισορροπημένη και πειστική, το ίδιο καλές είναι και οι άλλες αντρικές ερμηνείες των, ενώ αξίζει να σημειωθεί η παρουσία του μικρού Παναγιώτη Σαπουνάκη που υποδύεται το γιο της οικογένειας και αφηγητή της ιστορίας. Ενώ η Μαρία Κεχαγιόγλου ως σύζυγος του Μάινα κλέβει την παράσταση. 
Τα δυνατά χαρτιά της ταινίας είναι αυτή η ιδία η σκηνοθεσία, οι ερμηνείες και βέβαια η μουσική του Νίκου Πορτοκάλογλου
Στα μειονεκτήματα της συγκαταλέγονται η άνιση ανάπτυξη των χαρακτήρων, τα δευτερεύοντα θέματα που ακροθιγώς παρεμβάλλονται, και το μάλλον παράξενο τέλος.  
        
Η ταινία προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες το 2001 χωρίς να έχει την αναμενόμενη απήχηση.
Αν όμως η ταινία παιζόταν σήμερα πιστεύω ότι θα είχε άλλη τύχη ίσως καλύτερη κατά μία έννοια ίσως χειρότερη κατά μια άλλη. Στη μετά Δ.Ν.Τ. Ελλάδα η ταινία από μια μερίδα πολιτικών ή και πολιτών θα θεωρούνταν αιρετική, θα καταβαραθρωνόταν και έπεφτε πάνω της η πέτρα του αναθέματος καθώς ανασύρει οικεία κακά, πράγματα που κανείς δε θέλει να θυμάται, συμπεριφορές, κάποτε συνήθεις, σήμερα καταδικαστέες, στα φανερά τουλάχιστον. Μια άλλη μερίδα θα την ανήγαγε σε υπόδειγμα της λανθασμένης πολιτικής που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια, και θα την περιέφερε σαν την αμαρτωλή Μαγδαληνή σε κάθε ευκαιρία πολιτικής μετάνοιας. Μια άλλη μερίδα θα στεκόταν στο θέμα των μεταναστών είτε ως αιτία του προβλήματος είτε ως λύση αυτού. Όπως και να χει σήμερα η ταινία θα χαρακτηριζόταν εκτός από μαύρη κωμωδία και κοινωνική και πολιτική, τουλάχιστον!  Πάντως η ταινία ήταν προφητική για την εποχή της και ο ήρωας της καλά το έλεγε «Λεφτά δεν υπάρχουν, χρόνος υπάρχει» δυστυχώς οι Έλληνες πολιτικοί και όχι μόνο χρειάστηκαν 10 χρόνια για να το καταλάβουν μόνο που μέχρι να το καταλάβουν όχι μόνο δεν υπήρχαν λεφτά αλλά ούτε και χρόνος!!!  

     

Δεν υπάρχουν σχόλια: